Κυριακή 25 Σεπτεμβρίου 2011

Βραχυκύκλωμα

Σκέπτομαι κοιμώμενος. Ακουμπισμένος σε σκονισμένα όνειρα κι οφθαλμαπάτες. Σβήνω κάποιες λέξεις κι άλλες φεύγουν απ το χαρτί μόνες. Ύστερα γυρνούν και μου λένε πως τις ξέχασα.
Οι φίλοι και τα στέκια με κράτησαν σε ένα τόπο αδιάφορο. Γιατί επένδυσα σε αυτούς την οικειότητα και την αγάπη. Όχι απαραίτητα την έκδηλη (ποτέ εκείνη που υποχρεώνει), αλλά εκείνη που υποβόσκει. Δεν φοβάται, παρά κρατά ρόλο δεύτερο μέχρι την κατάλληλη στιγμή.
Η κολόνα έξω από το σπίτι μου είναι η δική μου κολόνα. Την γνωρίζω από μικρό παιδί. Τον δρόμο που πατάω κάθε μέρα για να πάω βόλτα. Θα στενοχωρηθώ αν κάτι αλλάξει ή χαθεί. Γιατί αυτή είναι η ζωή μου. Αγαπώ τα πράγματα και τις καταστάσεις. Τον ήλιο, την λάσπη γύρω από το σπίτι. Δεν είναι ο δρόμος το μέσο για να πάω κάπου. Είναι ο ίδιος ο δρόμος ένα κομμάτι από εμένα. Ο δρόμος μέσο για να πάω που; Αφού όλοι οι άνθρωποι ζητάμε τα ίδια πράγματα. Ποιος δεν θέλει την αγάπη, την αναγνώριση, την στοργή, το φαγητό, την ξεκούραση, τον έρωτα; Κι εν τέλει τί κακό έχει να μένεις μόνος σε ένα δωμάτιο για μέρες; Να γνωρίσω άλλον έναν άγνωστο, να μου πει μία ιστορία, να του πω άλλη μία εγώ και μετά ένα καλό ανέκδοτο και καληνύχτα. Κατάθλιψη.
Μελέτησα και γνώρισα φίλους, όχι σαν ερευνητής αλλά σαν οινοποιός που περιμένει το κρασί να του πει πότε είναι έτοιμο. Δεν έστυψα αγνώστους για περιπέτειες μιας νύχτας, γιατί κάθε πρωί θα μεγάλωνα το κενό μου για κάτι διαφορετικό. Και πήρα πολλά: Λόγια κι άλλα λόγια. Έτσι είναι. Θυσίασα περιπέτειες για να γνωρίσω μέσα από ένα μικρόκοσμο τον κόσμο. Δεν είχα ανησυχίες πως λένε το ρύζι στην Ινδία ούτε αν υπάρχει τραίνο στο βόρειο πόλο. Ήθελα μόνο να μιλάω και να μιλάω για τα ίδια και τα ίδια. Να τα ξαναδώ, να τα ξαναγνωρίσω, ο ίδιος την επόμενη μέρα στο ρόλο ενός άλλου εγώ. Κι έτσι έμαθα εμένα. Να περιμένω, να υπομένω ίσως και να παραιτηθώ. Όχι από την ζωή, αλλά από εκείνους που εν τέλει διάλεξαν την περιπέτεια.